Η καπιταλιστική κρίση μπορεί να φέρει κινηματικές εξάρσεις, επαναστατικά ξεσπάσματα ή αναδίπλωση και μιζέρια.
Ταυτόχρονα και σε συνάρτηση με τα προηγούμενα προκαλεί πλήθος συζητήσεων για το επαναστατικό κόμμα και την ανάγκη συγκρότησης κοινωνικοπολιτικών μετώπων.
Σήμερα στην ελληνική πολιτική σκηνή ανάμεσα σε κομμουνιστικές, κομμουνιστογενείς και ριζοσπαστικές δυνάμεις ξεδιπλώνεται ένας διάλογος:
· Υπάρχει επαναστατικό κόμμα και αν όχι τι κάνουμε;· Πώς θα συγκροτηθεί Μέτωπο και τι χαρακτηριστικά θα έχει αυτό;
· Ποια η σχέση Κόμματος και Μετώπου;
Μπροστά σε αυτές τις πολιτικές και ιδεολογικές προκλήσεις θα τολμήσουμε την κατάθεση ορισμένων σκέψεων, επιχειρώντας να συμβάλλουμε στον εμπλουτισμό των όσων έχουν ήδη διατυπωθεί.
Α. Τι είναι τα κόμματα και τι το επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Η κοινωνία αποτελείται από τάξεις που διαφοροποιούνται σε σχέση με το αν είναι ιδιοκτήτες ή όχι μέσων παραγωγής, με το ύψος του εισοδήματός τους και τον τρόπο που το λαμβάνουν, με το ρόλο και τη θέση τους στην παραγωγή. Οι βασικές τάξεις είναι η αστική και η εργατική κι ενδιάμεσα αυτών υπάρχουν τα μεσαία στρώματα, οι μισοπρολετάριοι και τα λούμπεν στοιχεία. Τα συμφέροντα των βασικών τάξεων δεν μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά, αλλά βρίσκονται σε μια συνεχή διαμάχη: η αστική τάξη επιδιώκει τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας της, ενώ η εργατική τάξη παλεύει για τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής της μέχρι και την ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος. Τα αντιτιθέμενα συμφέροντα των τάξεων εκφράζονται και υπερασπίζονται από κοινωνικά μορφώματα που συγκεντρώνουν τις πρωτοπορίες των τάξεων και δεν είναι άλλα, παρά τα πολιτικά κόμματα.
Στον καπιταλισμό υπάρχουν πάντα κόμματα της αστικής τάξης, ενώ για την εργατική τάξη η παρουσία τους δεν είναι εξασφαλισμένη για διάφορους λόγους: πολιτικές διώξεις, κόμματα που είναι τόσο συρρικνωμένα λόγω υποκειμενικών και αντικειμενικών συνθηκών ώστε πρακτικά είναι ανύπαρκτα, κόμματα που δηλώνουν εργατικά αλλά είναι εξαγορασμένα ή συμβιβασμένα ή εκφράζουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης με στρεβλό τρόπο.
Όταν ένα κόμμα που εκπροσωπεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης έχει επαναστατικό πρόγραμμα (κοινωνική επανάσταση) και ταξική σύνθεση κατά βάση εργατική, συνδέει διαλεκτικά τακτική και στρατηγική, μάχεται καθημερινά για όλα τα προβλήματα «μικρά» και «μεγάλα», όχι μόνο της εργατικής τάξης αλλά και των υπόλοιπων καταπιεζόμενων στρωμάτων, όταν κάνει συμβιβασμούς και έχει επίγνωση αυτών των συμβιβασμών χωρίς να απεμπολεί τη στρατηγική του, (δηλαδή κάνει τους αναγκαίους συμβιβασμούς για να πετύχει μια κρίσιμη νίκη ώστε να έρθει πιο κοντά στο στρατηγικό του στόχο ή για να ελαχιστοποιήσει τα αρνητικά αποτελέσματα μιας ήττας), τότε μιλάμε για ένα κομμουνιστικό κόμμα.
Βέβαια, το να πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις στο σύνολό τους μοιάζει με ιδανική κατάσταση. Τα πράγματα συνήθως είναι σύνθετα. Ας πάρουμε για παράδειγμα το ζήτημα του επαναστατικού προγράμματος. Αν ένα κόμμα είναι επαναστατικό, τότε δεν μπορεί παρά να έχει και επαναστατικό πρόγραμμα. Το αντίστροφο δεν ισχύει, δηλαδή η ύπαρξη επαναστατικού προγράμματος δεν εξασφαλίζει απαραίτητα και τον επαναστατικό χαρακτήρα του κόμματος.Υπάρχουν, επίσης, προϋποθέσεις που ακόμη κι αν δεν πληρούνται στο ακέραιο, δε σημαίνει ότι αναιρείται ο επαναστατικός χαρακτήρας του κόμματος. Για παράδειγμα, δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα να συνδέονται πάντα τακτική και στρατηγική με διαλεκτικό τρόπο. Αν αποσυνδεθούν ή η μία αφομοιώσει την άλλη, αλλά αυτό γίνει «στιγμιαία» λόγω περιστασιακής υποκειμενικής αδυναμίας, μπορεί το κόμμα να παραμένει επαναστατικό. Αν, όμως, τα ολισθήματα είναι συνεχή και ταυτόχρονα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις και η πρόθεση αυτοκριτικής και διορθώσεων, τότε ο φορέας μπορεί να πάψει να είναι επαναστατικός. Επομένως, κάθε φορά πρέπει να εξετάζεται η συγκεκριμένη κατάσταση στη συγκεκριμένη στιγμή.
Β. Τι είναι το Μέτωπο και γιατί αποτελεί αναγκαιότητα
Το κομμουνιστικό κόμμα ως κόμμα που εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, λοιπόν, είναι μια κοινωνική συσσωμάτωση από ανθρώπους με κοινούς παρονομαστές στη συνείδησή τους: πιστεύουν πως η κοινωνική επανάσταση είναι νομοτέλεια, εργάζονται προκειμένου να συσπειρώσουν την πλειονότητα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων γύρω από τους κοινωνικούς αγώνες, μάχονται με ανιδιοτέλεια, είναι πρωτοπόροι στο χώρο που ζούνε κι εργάζονται, αποκαλύπτουν την εκμεταλλευτική φύση του καπιταλισμού και λειτουργούν με το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Όμως, για λόγους που έχουμε εξηγήσει σε άλλο κείμενό μας («Το Μέτωπο: Εγκεφαλικό κατασκεύασμα ή ιστορική αναγκαιότητα;», www.kordatos.org), δεν είναι δυνατόν οι εκμεταλλευόμενοι στο σύνολό τους να είναι πρωτοπόροι και να συμφωνούν με τις προϋποθέσεις για την ένταξή τους στο Κόμμα. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που καλείται η πρωτοπορία να το αντιμετωπίσει. Και ένας τρόπος είναι η συγκρότηση του Μετώπου, μιας ευρύτερης σε σχέση με το Κόμμα συσπείρωσης, που έχει ένα ρηξικέλευθο πρόγραμμα και που δεν ταυτίζεται με το κομματικό. Το Μέτωπο μπορεί και πρέπει να είναι Μέτωπο κορυφής και βάσης. Συναντώνται όμορες ή λιγότερο όμορες πολιτικές δυνάμεις και επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τη μέγιστη δυνατή ενότητα της εργατικής τάξης καθώς και της εργατικής τάξης με τους υπόλοιπους καταπιεζόμενους.
Γ. Σχέση Κόμματος και Μετώπου
Η ενότητα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων δεν είναι αυτοσκοπός. Το επαναστατικό κόμμα δεν επιδιώκει απλώς την ενότητα κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων, αλλά την εύρεση του βέλτιστου δρόμου για να φτάσουμε στην κοινωνική ανατροπή. Το Μέτωπο δεν μπορεί να ταυτίζεται με το Κόμμα, διαφορετικά επικρατεί η ατελέσφορη λογική του σεχταρισμού. Μέτωπο μπορεί να υπάρχει ακόμη και μετά τη νικηφόρα κατάληξη της επανάστασης.
Το Κόμμα και το Μέτωπο πρέπει να είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Το Κόμμα δίνει την ιδεολογικό του στίγμα, δεν πρέπει να απολέσει την ιδεολογική του αυτοτέλεια, επιδιώκει να μπολιάσει το Μέτωπο με το επαναστατικό του πνεύμα και να το προωθήσει σε πιο επαναστατικές θέσεις και κινήσεις, αλλά όχι εκβιαστικά και βεβιασμένα. Το Κόμμα δεν καπελώνει, αλλά καταθέτει ανοικτά τις απόψεις του επιχειρώντας με πειστικά επιχειρήματα, με κινηματικές πρωτοβουλίες και με την αυταπάρνηση των μελών του να εξασφαλίσει την ιδεολογική ηγεμονία. Αν το Κόμμα καταφέρει να βάλει τη σφραγίδα του, τότε αυξάνονται οι πιθανότητες το πείραμα να έχει επιτυχή κατάληξη.
Το πιο χαρακτηριστικό ιστορικό παράδειγμα για τη σχέση Κόμματος-Μετώπου είναι η περίπτωση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Όταν ξεκίνησε η συγκρότηση του ΕΑΜ, οι οργανωμένες δυνάμεις του ΚΚΕ ήταν ελάχιστες. Η γραμμή του ΚΚΕ και οι αντικειμενικές συνθήκες ήταν τέτοιες που γιγάντωσαν ταυτόχρονα και τους δυο σχηματισμούς: και το ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Το ένα τροφοδοτούσε το άλλο, αν και δεν ταυτίστηκαν, όπως ήταν και το σωστό.
Στην Ευρώπη του Β΄ παγκόσμιου πολέμου υπάρχει μια πληθώρα παραδειγμάτων, όπου ο πρωτοπόρος ρόλος των κομμουνιστών οδήγησε στη συγκρότηση Μετώπων, κάποια εκ των οποίων είχαν νικηφόρα έκβαση. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. Στην Κούβα, για παράδειγμα, το κομμουνιστικό κόμμα ήταν αντίθετο στην τακτική του Φιντέλ, πριν αυτός γίνει κομμουνιστής. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να ισχυριστεί κάποιος ότι οι περιπτώσεις που ένα Μέτωπο έφτασε στο τέλος δίχως Κόμμα ή με το Κόμμα απέναντί του, αποτελεί κανόνα.
Δ. Κι αν δεν υπάρχει Κόμμα ή αν υπάρχει αλλά δεν επιθυμεί τη συγκρότηση Μετώπου, τότε τι κάνουμε;
Πρόκειται για ένα ερώτημα που δεν επιδέχεται εύκολη απάντηση. Κωδικοποιώντας διάφορες σκέψεις που έχουμε υπόψη μας, θα λέγαμε πως υπάρχουν τεσσάρων ειδών απαντήσεις-στάσεις: α) μία υποστηρίζει τη δημιουργία αρχικά Μετώπου και στη συνέχεια Κόμματος (απάντηση μεμονωμένων κομμουνιστών ή οργανώσεων), β) μια άλλη θεωρεί πως δεν υπάρχει λόγος να δημιουργηθεί Κόμμα, αφού υπάρχει και δουλεύει για τη συγκρότηση κοινωνικού Μετώπου (απάντηση ηγεσίας του ΚΚΕ και ηγεσιών άλλων οργανώσεων-κομμάτων), γ) μια τρίτη ισχυρίζεται πως Κόμμα υπάρχει, αλλά δεν εργάζεται για τη συγκρότηση Μετώπου, οπότε αυτό που χρειάζεται είναι ο μετασχηματισμός του Κόμματος κι όχι η δημιουργία νέου φορέα (απάντηση της εσωκομματικής και «εξωκομματικής» αντιπολίτευσης του ΚΚΕ), και τέλος δ) υπάρχει μια άποψη που υποστηρίζει πως η δημιουργία του Κόμματος και του Μετώπου δεν μπορεί να μπει σε καλούπια και σε χρονικές προτεραιότητες, αλλά ότι πρέπει να γίνουν σε μια παράλληλη και διαλεκτική διαδικασία.
Όσον αφορά στην πρώτη απάντηση διευκρινίζουμε για την ακρίβεια του ζητήματος πως δεν έχει διατυπωθεί όπως την παραθέσαμε, αλλά υπονοείται. Η συζήτηση που διεξάγεται ανάμεσα σε οργανώσεις και ανένταχτους αγωνιστές είναι ετεροβαρής, με το μεγάλο βάρος να πέφτει στον προβληματισμό για τη δημιουργία Μετώπου, ενώ ο προβληματισμός για το Κόμμα είναι ελλιπής ή εντελώς απών. Θεωρούμε ότι αυτή η άποψη είναι αντιδιαλεκτική, άρα και λανθασμένη, πέρα από τις αγαθές προθέσεις των φορέων της. Η ταξική πάλη δεν μπαίνει στο πλαίσιο ενός αυστηρού χρονοδιαγράμματος (πρώτα Μέτωπο, έπειτα Κόμμα), γιατί η ζωή είναι απείρως πλουσιότερη από τα θεωρητικά σχήματα. Όταν ο όποιος σχεδιασμός εντάσσεται στα λεγόμενα κουτάκια, τότε μοιραία καταλήγει στη μεταφυσική. Όμως, το κύριο λάθος αυτής της άποψης είναι ότι παραγνωρίζει την ιστορική πείρα του κομμουνιστικού κινήματος η οποία διδάσκει ότι το Μέτωπο αποκτά επαναστατικό πρόσημο στο βαθμό που υπάρχει ένα οργανωμένο υποκείμενο που μπορεί να του δώσει το σωστό προσανατολισμό.
Όσον αφορά στη δεύτερη και τρίτη άποψη είναι συγγενικές, με την έννοια ότι οδηγούν στο ίδιο πρακτικό αποτέλεσμα: την ακινησία. Σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν διάφορα κόμματα που αυτοχαρακτηρίζονται ως κομμουνιστικά. Κάποια εξ αυτών δεν έχουν καμία ειδική βαρύτητα στην ελληνική κοινωνία, ενώ άλλα εκφράζουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης με στρεβλό τρόπο, και μάλιστα τόσο στρεβλό που οι όποιες επαναστατικές διακηρύξεις δεν εξασφαλίζουν τον επαναστατικό τους χαρακτήρα.
Αν, όμως, είναι έτσι τα πράγματα, μπορεί ένα Κόμμα να αλλάξει εκ των έσω; Η απάντηση σε πρώτη φάση είναι καταφατική, μόνο που δεν πρέπει να κάνει κανείς το σφάλμα να αντιλαμβάνεται τη δυνατότητα ως νομοτέλεια. Τα κομμουνιστικά κόμματα, όσο κι αν μοιάζουνε με ακίνητους οργανισμούς, μετασχηματίζονται. Υπάρχει μια πλημμυρίδα παραδειγμάτων που περιγράφουν κομμουνιστικά κόμματα με διαδοχικές δεξιές και αριστερές αποκλίσεις. Με ηγεσίες που διαδέχονταν η μία την άλλη, έχοντας διαφοροποιημένους ιδεολογικούς προσανατολισμούς. Επομένως, γιατί κομμουνιστικά κόμματα που σήμερα έχουν σοβαρές εκτροπές από το μαρξισμό λενινισμό δε θα μπορούσαν να βρουν τη χαμένη τους πυξίδα;
Ας γίνουμε συγκεκριμένοι. Το ΚΚΕ, το ιστορικότερο ελληνικό κόμμα, το κόμμα με ισχυρούς δεσμούς με τον ελληνικό λαό, με ιστορία που την χαρακτηρίζουν ποτάμια αίματος, δε θα μπορούσε άραγε να ορθοποδήσει; Αν και η απάντησή μας για τη δυνατότητα μετασχηματισμού ήταν αρχικά καταφατική, στο ειδικό ερώτημα που μόλις θέσαμε είναι αρνητική. Και είναι αρνητική για τους εξής λόγους:
α) Δυστυχώς στο σημερινό ΚΚΕ δεν υπάρχει πλέον η γενιά της εθνικής αντίστασης, μιας γενιάς με τεράστιο ηθικό κύρος και με πολύ μεγάλη πολιτική εμπειρία (ΕΑΜ, εμφύλιος, μετεμφυλιακό κράτος τρομοκρατίας, χουντική επταετία). Η πράξη και τα βιώματα δεν μπορούν να αντικατασταθούν ακόμη και από τις πληρέστερες θεωρητικές αναλύσεις, πόσω μάλλον όταν αυτές χωλαίνουν σοβαρά.
β) Η γραφειοκρατία, ακόμη και σε ένα κομμουνιστικό κόμμα, είναι ένα φαινόμενο που συχνά εμφανίζεται και η εμφάνισή της είναι αντικειμενική. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ύπαρξη του φαινομένου, αλλά αν συνειδητοποιείται και αν υπάρχει πρόθεση να καταπολεμηθεί. Στο σημερινό ΚΚΕ υπάρχουν επαγγελματικά στελέχη για ολόκληρες δεκαετίες και άρα με πολυετή απουσία από οποιοδήποτε χώρο εργασίας, επομένως και με κάκιστη ή και μηδενική επαφή με τις αγωνίες του κόσμου. Υπάρχει ακόμη μια γενιά νέων στελεχών χωρίς καμία απολύτως αγωνιστική εμπειρία, που επαγγελματοποιήθηκε πολύ γρήγορα και με συνοπτικές διαδικασίες. Η επαγγελματοποίηση, αν και αναγκαίος όρος για τη λειτουργία ενός κομμουνιστικού κόμματος, όταν γίνεται χωρίς αυστηρές προϋποθέσεις και σε μια εποχή που η ανεργία των νέων φτάνει στο 60%, γίνεται προβληματική και γιγαντώνει τη γραφειοκρατία.
γ) Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ μπόρεσε να «πάρει» το Κόμμα με ιδεολογικά και πολιτικά πραξικοπήματα. Το Πρόγραμμα του 15ου ερμηνεύτηκε κατά το δοκούν και παραβιάστηκε κατ’ επανάληψη, υιοθετήθηκαν ιδεολογικά τροτσκιστικά σχήματα εντελώς ξένα στην ιστορία του ΚΚΕ και απορρίφθηκαν λενινιστικές θέσεις ως παρωχημένες και αναχρονιστικές, απορρίφθηκε σχεδόν στο σύνολό της η ηρωική ιστορία του κόμματος ως οπορτουνιστική (ακόμη και το ΕΑΜ), λήφθηκαν εξωφρενικές και προοπτικά αυτοκαταστροφικές για το Κόμμα αποφάσεις που υποχρέωναν τα μέλη να τις εφαρμόσουν, όπως για παράδειγμα απεργία χωρίς απόφαση σωματείου, αποχωρήσεις από σωματεία και δημιουργία νέων, «καθαρών» και άμαζων κομματικών σωματείων κ.λπ. Όλα αυτά έγιναν με παραβιάσεις του καταστατικού, με καρατομήσεις και κάθε είδους αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις. Ποιος πιστεύει στα αλήθεια ότι μια τέτοια ηγεσία που έκανε εκτεταμένο και συνεχή φραξιονισμό και που κινδυνεύει να μετατρέψει το ΚΚΕ σε μια σέχτα, μπορεί να κάνει την ανατροπή και να αλλάξει την κατάσταση; Ποιος στα αλήθεια πιστεύει ότι αυτή η ηγεσία θα ξαναπεί πως η Ελλάδα είναι χώρα μέσου επιπέδου ανάπτυξης κι εξαρτημένη κι όχι ιμπεριαλιστική; Ποιος στα αλήθεια πιστεύει πως η ηγεσία του ΚΚΕ θα επικαλεστεί το ιστορικό παράδειγμα του ΕΑΜ προκειμένου να αναδείξει την ανάγκη δημιουργίας ενός κοινωνικοπολιτικού μετώπου στο σήμερα; Ποιος στα αλήθεια πιστεύει ότι αυτή η ηγεσία έχει το ηθικό ανάστημα να παραδεχτεί τα λάθη της, όταν όσοι εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους στον προσυνεδριακό του 19ου χαρακτηρίστηκαν ως αμόρφωτοι; Πώς αυτός που έχει εθιστεί για χρόνια στο φραξιονισμό, ξαφνικά θα δημιουργήσει ένα κόμμα «αγγέλων» δίχως σκοπιμότητες, φράξιες και με εσωκομματική δημοκρατία;
Επιπλέον, για όλους αυτούς τους λόγους δεν ευσταθεί η άποψη περί δημιουργίας «δούρειου ίππου» προκειμένου «να παρθεί από μέσα το κάστρο». Αυτή η άποψη που είτε υπονοεί ότι θα μεταπείσει την υπάρχουσα ηγεσία, είτε ότι η τωρινή ηγετική ομάδα θα αντικατασταθεί με μια «υγιή» (αλήθεια πώς;), είναι απολύτως αδιέξοδη και με ημερομηνία λήξης. Αλλά ας υποθέσουμε ότι αυτό το τελευταίο σενάριο είναι εφικτό, ότι, δηλαδή, κάποιοι με φραξιονιστική δουλειά θα καταφέρουν να πάρουν την ηγεσία του Κόμματος. Αν το καταφέρουν (που δεν υπάρχει περίπτωση αλλά χάρη της συζήτησης το δεχόμαστε ως υπαρκτή εκδοχή) αν το καταφέρουν, λοιπόν, δε θα κουβαλάνε όλα τα ελαττώματα των κρυφών και αντιδημοκρατικών διαδικασιών των διαδρόμων, της συνωμοτικής, παρασκηνιακής και γραφειοκρατικής παθολογίας της προηγούμενης ηγεσίας; Και ποια κομμουνιστική ηθική θα πρεσβεύουν; Και αναπαράγοντας όλες τις προηγούμενες παθογένειες δε θα έχουμε «μια από τα ίδια»; Εκτός κι αν δεχτούμε ότι κάποιοι θα τα καταφέρουν να αλλάξουν αυτή την ηγεσία χωρίς φράξιες, φραξιονισμούς και μεθοδεύσεις, αλλά με την πειθώ…
Οι κομμουνιστές οφείλουν όταν μιλάνε και όταν δρουν, να μη δίνουν την ευκαιρία για πολλαπλές αναγνώσεις. Είναι υποχρεωμένοι να είναι καθαροί, ό,τι λένε να το εννοούν, να μην υιοθετούν πλευρές της αστικής ηθικής, να μην εκφυλίζουν την κομμουνιστική ιδεολογία.
Για τον επαναστάτη δεν μπορεί ο σκοπός να αγιάζει τα μέσα. Διαφορετικά καταντά μια καρικατούρα αυτού που υποτίθεται ότι είναι.
Όσον αφορά στην τέταρτη άποψη, είναι αυτή που μας εκφράζει και θεωρούμε ότι αντιστοιχεί στη διαλεκτική αντιμετώπιση του ζητήματος. Η απουσία Κόμματος αποτελεί σαφέστατα ανασταλτικό παράγοντα που περιορίζει το εύρος και το ειδικό βάρος της δράσης των οργανωμένων κομμουνιστών εντός ενός Μετώπου. Αλλά εάν δεν υπάρχει επαναστατικό Κόμμα, ή αλλιώς, εάν το κόμμα που ισχυρίζεται ότι είναι επαναστατικό αρνείται να δημιουργήσει πραγματικό Μέτωπο (παρά μόνο με τον εαυτό του), τότε οι κομμουνιστές πρέπει να δουλεύουν παράλληλα και για τα δύο εξίσου κρίσιμα καθήκοντά τους σε διαλεκτική αλληλοσύνδεση: τη δημιουργία επαναστατικού Κόμματος και κοινωνικοπολιτικού Μετώπου.
* * * *
Τελικά το ερώτημα του τίτλου είναι ένα ψευδοδίλλημα. Σήμερα το καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών και των αγωνιζόμενων συλλογικοτήτων είναι: α) να μελετήσουν επιστημονικά την κατάσταση στην ελληνική και διεθνή συγκυρία σε όλα τα επίπεδα: οικονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό, κοινωνικό, β) να δουν με ποιο τρόπο θα συντονιστούν στους κοινωνικούς αγώνες και πώς θα συγκροτήσουν συμμαχίες, γ) να ανοίξουν τη συζήτηση και να κάνουν τις απαραίτητες κινήσεις για να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις δημιουργίας τόσο Κόμματος όσο και Μετώπου.
Η διαδικασία αυτή δε θα είναι ρόδινη. Θα έχει απογοητεύσεις και πισωγυρίσματα, θα είναι μακροχρόνια και βασανιστική. Αλλά παρά τις όποιες δυσκολίες, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ένα πράγμα:
ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Πηγή: http://aristeriantepithesi.blogspot.gr/