Άφωνες μένουμε αυτές τις μέρες με τις «συνομιλίες» μεταξύ Χρυσαυγιτών, που είναι προϊόν παράνομων στις περισσότερες περιπτώσεις παρακολουθήσεων, για λόγους «εθνικής ασφάλειας», χωρίς αυτό να εμποδίζει την διάθεσή τους στην τηλεοπτική αρένα. Βέβαια, η εθνική ασφάλεια είναι υπόθεση όλων των Ελλήνων και των Ελληνίδων, επομένως…ουδέν μεμπτόν.
Της Σίσσυς Βωβού
Όλοι και όλες πρέπει να γνωρίζουμε. Τόσο σεβασμό της δεοντολογίας έχουμε να θυμηθούμε από την εποχή της 17 Νοέμβρη, όπου εφημερίδες και κανάλια γνώριζαν τις δικογραφίες και έβγαζαν στη γύρα κάθε ανακριτικό υλικό πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι του εκτυπωτή που το τύπωνε. Κι αυτό δημοκρατικό, κι αυτό διαφάνεια. Ποιος δίνει προς τα έξω απαγορευμένα υλικά, δεν το έχουμε μάθει γιατί υπάρχει το δημοσιογραφικό απόρρητο. Έτσι, το πάρτι των καναλιών, που ευτυχώς διακόπτεται συχνά για τις «απαραίτητες» διαφημίσεις, συνεχίζει. Η ώρα η καλή.
Αφού θέλαμε δεν θέλαμε ακούσαμε τις συνομιλίες, έχουμε μείνει άφωνες με το υψηλό πολιτιστικό τους επίπεδο. Η λέξη που κυριαρχεί, σύμφωνα με δική μας μέτρηση, είναι το γαμήσι, που το παρακολουθούμε να εκφέρεται σε όλες τις κλίσεις και σε όλες τις εγκλίσεις. Μάθαμε στη γραμματική την ενεργητική φωνή, που στην προκειμένη είναι «θα τους γαμίσουμε». Στην παθητική φωνή είναι «γαμιόμαστε» ή «δεν γαμιόμαστε». Το συνολάκι συμπληρώνεται με τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό «μουνιά» που είναι αυτοί, οι εχθροί, ή «μουνάκια» που εμείς είμαστε ή δεν είμαστε.
Η ανδρική σεξουαλικότητα λοιπόν μετατρέπεται σε επιθετική πράξη, τιμωρητική πράξη, πράξη βίας και εκδίκησης, ταπείνωσης, απαξίωσης, ή αντίθετα υπερηφάνειας, ανάλογα με τα συμφραζόμενα. Όχι ότι αυτού του είδους τον πολιτικό λόγο τον ακούμε για πρώτη φορά, μια και δεν ζούμε στον Άρη. Απλώς, με τη συχνότητα που ακούγεται, δημιουργεί ολόκληρο «πολιτισμό», ολόκληρη «πολιτική θεωρία», τη θεωρία που συνδέει ή και ταυτίζει ή και αναπαριστά τη φασιστική βία με τη σεξουαλική βία, που καταδεικνύει με τρόπο «κατανοητό» γι’ αυτούς που την εκφέρουν και για την μετάδοση των μηνυμάτων ότι η μόνη τιμωρία ή έπαινος είναι η βίαιη σεξουαλικότητα.
Κι εμείς που θεωρούμε τη σεξουαλικότητα ανάγκη, απόλαυση, έκφραση, τη βλέπουμε να μετατρέπεται σε πολιτικό όπλο που δηλητηριάζει τα μυαλά, καλλιεργεί «κουλτούρα», ετοιμάζει το πνεύμα και το σώμα για την έμφυλη βία, για την απαξίωση των γυναικών και των σεξουαλικά «μη κανονικών», βλέπουμε και ακούμε τη θεοποίηση του πέους που έχει αναλάβει μονοπωλιακά όλη την πολιτική αντιπαράθεση και τον πολιτικό αγώνα.
Αν πούμε ότι τέτοιου είδους νοοτροπίες και αντιπαραθέσεις τις ακούμε πρώτη φορά, ή αν πούμε ότι τις ακούμε μόνο από Χρυσαυγίτες, αυτό θα είναι ψέμα. Ο σεξισμός ως τρόπος σκέψης είναι βαθιά ριζωμένος, και όσο δεν εκλείπει ή έστω φθίνει, τόσο θα αναπαράγεται η «κατωτερότητα» των γυναικών ως όντων. Εξάλλου αυτού του είδους σεξουαλική επιθετικότητα βασίζεται ακριβώς στην «κατωτερότητα» των γυναικών, την οποία και ουσιαστικά επαναβεβαιώνει. Κατωτερότητα αποκρουστική, μειωτική, αποκηρυκτέα: «είσαι άντρας ρε;» «αυτό είναι άνανδρο», «άνανδρη δολοφονία», «ανδρώθηκε το κίνημα»… Η μετατροπή όμως αυτού του σεξισμού σε πολιτική θεωρία, κάτι που αναπτύσσεται ιδιαίτερα σε περιόδους έντονων συγκρούσεων και μιλιταρισμού και πολύ περισσότερο σε πολέμους, όπου ο μιλιταρισμός κυριαρχεί και θεωρείται αρετή, είναι ποιοτικά, ίσως διαφορετικό, μια και η ποσότητα μετατρέπει αυτό το σεξιστικό λόγο από συμπληρωματικό σε κυρίαρχο.
Σήμερα ζούμε αυτή τη στιγμή, με τον «πολιτισμό» των Χρυσαυγιτών να παρελαύνει στα κανάλια κυρίως μέσα από τις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες, σήμερα επαναβεβαιώνουμε το δικό μας πολιτισμό, με στόχο την πλήρη εξάλειψη αυτού του ναζιστικού φαινομένου και των σάπιων αξιών που το εμπνέουν.
paganeli