Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

“Ό,τι μένει στάσιμο, σαπίζει”

        http://mpalothia.com/

anarchy
Για όποιον αποφασίζει να περάσει από τα λόγια στην εξεγερτική πράξη και να φέρει αυτήν την αντίληψη σε κάθε πτυχή της ζωής του, είναι απαραίτητο να δίνει προτεραιότητα στο συνεχή αναστοχασμό και έτσι να αναλογίζεται ξανά και ξανά τις σκέψεις του πάνω στις αντιλήψεις, τα μέσα και τις τακτικές του αγώνα. 
Ο σκοπός είναι να μην πέσει σε μια παθητική δυναμική, η οποία είναι στείρα και αντιπαραγωγική, όταν τίθεται το θέμα της επίθεσης.

Μεξικό : “Ό,τι μένει στάσιμο, σαπίζει” – ένα κείμενο του Carlos López “Chivo”



Από αυτό πηγάζει η αναγκαιότητα να επανερχόμαστε σε σημαντικά ζητήματα, καθώς δεν τα θεωρούμε πράγματα παγιωμένα και πρέπει να τα θέτουμε συνεχώς σε συζήτηση και προβληματισμό.

Εγώ, από την προσωπική και ταπεινή μου σκοπιά, θα ασχοληθώ με την επανεξέταση εκείνου που γίνεται κατανοητό συνοπτικά ως άτυπος και εξεγερτικός αναρχισμός, με την πρόθεση εκείνοι που ταυτίζονται με αυτήν την αντίληψη να συνεισφέρουν από τη μεριά τους και να του δώσουν βάθος. Παράλληλα, θα ασκήσω και μια σύντομη κριτική σε εκείνα τα αναρχικά ρεύματα, που είναι αποφασισμένα να μας συμπεριφέρονται σαν να είμαστε “πυρομανείς χωρίς ιδέες”.

Συγκρούσεις και εντάσεις συνεχίζουν να δημιουργούνται από αναρχικούς συντρόφους ενάντια στο σύμπλεγμα της κυριαρχίας, σε όλον τον κόσμο. Εκείνοι, που ο αγώνας τους συμπίπτει με τον δικό μας, δε σταματούν να μας γεμίζουν έμπνευση, ψάχνοντας έναν τρόπο να επεκτείνουμε και να γενικεύσουμε τη σύγκρουση με τη μορφή της αποφασιστικής και καταστροφικής επίθεσης. Οι προσπάθειες των συντρόφων, που αποφασίζουν να ξεκινήσουν τα εγχειρήματά τους με βάση τη συνοχή θεωρίας-πράξης και πράξης-θεωρίας (αντιλαμβανόμενοι πως το ένα συμπληρώνει το άλλο), θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν και να μην αφήνονται να ξεχαστούν, αλλά να τίθονται στο τραπέζι προς προβληματισμό και συζήτηση με έναν επικοδομοιτικά κριτικό τρόπο, με σκοπό να μάθουμε από τα λάθη και τις επιτυχίες τους και να μεταφέρουμε στη συνέχεια αυτά που μάθαμε στο πεδίο της μάχης: τον κοινωνικό πόλεμο.

Αυτό καθιστά ξεκάθαρο το ότι η σύγκρουση με όλες τις μορφές εξουσίας δεν είναι η ιδέα κάποιων παρανοϊκών και ηλιθίων, αλλά μια πραγματική και χειροπιαστή μορφή αναζήτησης της απόλυτης και οριστικής ελευθερίας μας, με έναν ρωμαλέο τρόπο.

Μιλάμε για μια Αναρχία που για εμάς δεν είναι μια ιδεολογία (δηλαδή ένας αγώνας που βασίζεται σε παγιωμένες θέσεις, οι οποίες μας υπαγορεύουν πως θα δράσουμε), αλλά μια μέθοδο να σχηματίζουμε τη ζωή μας και να τη ζούμε σύμφωνα με τις αντιλήψεις μας, τις αναλύσεις και τις κριτικές, που πηγάζουν από τον στοχασμό πάνω στους αγώνες, οι οποίοι αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα που ζούμε και που βρίσκονται συνεχώς σε αναζήτηση νέων μεθόδων, στρατηγικών και τρόπων επίθεσης. 
Γι’ αυτό αυτοπροσδιοριζόμαστε ως εξεγερτικοί αναρχικοί και οργανωνόμαστε με άτυπο τρόπο.

Αντιλαμβανόμαστε την εξεγερτική αναρχία ως μια πράξη που πηγάζει από την ατομικότητα, ως μια ρήξη που κουβαλάει μέσα του ο καθένας και μεταμορφώνει ό,τι τον περιβάλλει, από την πυρηνική οικογένεια, κοινωνική και πολιτική, την οποία τον περισσότερο καιρό διατηρούμε μέσα σε αυτήν την κοινωνία-φυλακή που ζούμε και από την οποία είναι δύσκολο να ξεφύγουμε. Έτσι πάμε τον αγώνα παραπέρα. Αν κάτι είναι ταυτόσημο με τον εξεγερτικό αγώνα, είναι ακριβώς αυτό που τον πάει παραπέρα από τις ψευδαισθήσεις και τα λόγια, η ανάληψη της πρωτοβουλίας κινήσεων στον πόλεμο των τάξεων και η ρήξη με την παθητικότητα της αντίστασης, περνώντας στη δράση, χωρίς να αυτοπεριορίζεται κανείς στο να περιμένει να κατασταλεί, ώστε να έχει λόγο να επιτεθεί, αλλά να επιτίθεται εδώ και τώρα. Τη διαρκή σύγκρουση την κουβαλάμε στην καθημερινότητά μας, στα κεφάλια και τις καρδιές μας και προσπαθούμε πάντα να τη γενικεύσουμε στις γειτονιές, στις αποικίες, στις πόλεις και πιο πέρα. Προσπαθούμε να οργανωθούμε -σε πυρήνες βάσης- με ανθρώπους που δεν είναι αναρχικοί, αλλά δίνουν σκληρές μάχες, για παράδειγμα, ενάντια σε κυβερνητικά εγχειρήματα, που απειλούν τον τρόπο ζωής τους ή και την ίδια τους την ύπαρξη. Είναι σημαντικό να μην τοποθετούμε τον εξεγερτικό αγώνα εντός μιας μινιμαλιστικής δομής μιας “συγκεκριμένης οργάνωσης”, καθώς ο αγώνας πηγαίνει πέρα από την παρανομία, όπως ανέφερα και πριν.

Παρόλο που αυτός ο αγώνας δεν είναι κάτι καινούριο, έχει αναζωπυρωθεί. Μπορούμε να αναφέρουμε παλιούς αγώνες των αγροτών και των αυτοχθόνων πληθυσμών, που εξεγέρθηκαν με αξιοπρέπεια εναντίον των πλουσίων ιδιοκτητών γης και των γαιοκτημόνων, αλλά σε άλλο ιστορικό πλαίσιο, συνεπώς, βλέπουμε τους αγώνες του παρελθόντος ως σημεία αναφοράς και όχι ως μεθόδους για να ακολουθήσουμε.

Είναι απαραίτητο να σταματήσουμε να θυμόμαστε απλά τις μάχες του παρελθόντος, ξεχνώντας πως είναι στο εδώ και το τώρα που θα έπρεπε να τις πραγματοποιήσουμε.

Αντιλαμβάνομαι το άτυπο τόσο ως την οργανωτική δομή των εξεγερσιακών αναρχικών, όσο ως την περισσότερο ή λιγότερο σταθερή σχέση μεταξύ ανθρώπων, ομάδων ή κινημάτων, που συντηρούνται μέσα σε μια σταθερή προσέγγιση, επιδιώκοντας να εμβαθύνουν τη γνώση, η οποία προκύπτει από τους αγώνες, χωρίς γραφειοκρατικές δομές, ούτε ανάθεση της ευθύνης και απόρριψη πιθανών ιεραρχιών, που δίνουν χώρο σε εξουσιαστικές σχέσεις. Εδώ μέσα -λέμε εμείς- είναι το μέρος, για το οποίο εμείς οι «insus» (εξεγερσιακοί) μιλάμε τόσο πολύ και το οποίο υπερασπιζόμαστε, που είναι η συνεχής επαναξιολόγηση και αναδιάταξη των μορφών και των μεθόδων, που χρησιμοποιούνται για να επέλθει η καταστροφική επίθεση στο πεδίο της μάχης.

Το άτυπο δεν είναι κάτι στατικό και βρίσκεται σε συνεχή αναδιάρθρωση (ποτέ δεν ξεχνάμε πως «όταν κάτι μένει στάσιμο, σαπίζει»), γιατί, σε αντίθεση περίπτωση, δε θα ήταν άτυπο.

Οι ομάδες συγγένειας, οι οποίες είναι εμπνευσμένες από αυτήν την οργανωτική φόρμα, συναντιούνται γενικά σε μικρές ομάδες, οι οποίες συνδέονται από μια αμοιβαία προσωπική γνώση. Η μελέτη και η κριτική των κοινωνικών προβλημάτων είναι, επίσης, σημαντική, προκειμένου να υπάρξει συγγένεια, όχι μόνο σε επιμέρους αγώνες, αλλά ως συζητήσεις, που πραγματοποιούνται με όσο το δυνατό μεγαλύτερη εμβάθυνση, προκειμένου να γίνει κατανοητό από τη ρίζα αυτό το οποίο αντιμετωπίζεται. Και πάνω απ’ όλα αυτά βρίσκεται η ίδια καταστροφική παρόρμηση ενάντια σε κάθε στοιχείο του υπάρχοντος, που μας κάνει να νιώθουμε τη συγγένεια. Με τον τρόπο αυτό φτάνουμε στην ολοκλήρωση. Η συγγένεια δεν είναι το ίδιο με τη φιλία, παρόλο που μπορούν να υπάρξουν παράλληλα ή ξεχωριστά, ότι μπορείς, ας πούμε, να είσαι συγγενείς με κάποιον χωρίς να είσαι φίλος και το αντίστροφο. Με τον τρόπο αυτό, αυτές οι ομάδες χτίζουν και μαθαίνουν μαζί με αυτούς, στους οποίους μπορούν να υπολογίσουν, όταν έρχεται η ώρα να αναλάβεις δράση. Ο προορισμός αυτών των μικρών ομάδων είναι να εξαφανιστούν μετά την ολοκλήρωση αυτού, για το οποίο δημιουργήθηκαν και μέσα από αυτό θα προκύψουν καινούριες, λαμβάνοντας πάντα υπ’ όψιν πως «όταν κάτι μένει στάσιμο, σαπίζει». Η ένωση των διαφορετικών ομάδων συγγένειας είναι, επίσης, ένα κομμάτι αυτής της άτυπης μορφής οργάνωσης.

Είναι από αυτήν την οπτική αυτή η μικρή συμβολή, προσπαθώντας, όπως είπα, να δείτε πως υπάρχει εμβάθυνση.

Τώρα ήρθε η ώρα να καταπιαστώ με μια μικρή κριτική κάποιων ομάδων, πλατφορμών, ομοσπονδιών και κάποιων «εξεγερσιακών» συντρόφων, σχετικά με συμπεριφορές, τις οποίες θεωρώ αξιοπρόσεκτες, τις οποίες, όμως, δεν οικειοποιούμαι. Παρόλο που ο αναρχισμός είναι ανταγωνιστικός με κάθε μορφή δομής και σχέσης με την εξουσία – κάτι το οποίο είναι ευρέως γνωστό ως «το σύστημα της κυριαρχίας», υπάρχουν, επίσης, εντός του ίδιου κινήματος διαφορετικά ρεύματα, τα οποία δυσφημίζουν με έναν ελικοειδή τόνο τη δράση αυτών, οι οποίοι ξέφυγαν από τα απλά λόγια και αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη μονότονη παθητικότητα, που οι ίδιοι έφεραν. Ρεύματα, τα οποία εξυμνούν τα «κηρύγματα» πως τα πράγματα πρέπει να είναι έτσι ή αλλιώς, όπως οι καφενειακές θεωρίες, τέτοια φάση ακριβώς, χωρίς τίποτα περισσότερο. Εδώ και αρκετό καιρό, νιώθω κάποια άρνηση να αποδεχτώ το ειπωμένο αναρχικό δόγμα, το οποίο μιλάει με πάθος για την «αναζήτηση» της απελευθέρωσης του εαυτού από κάθε επιβολή, προκειμένου να υπάρξει αδελφοσύνη και αγάπη, σε οριζόντια διάταξη, μεταξύ ίσων, που σχεδόν «φεύγει» προς το χριστιανικό ιδεαλισμό, που απαγγέλει σαν προσευχή τη φράση «εξαλείφοντας τις αμαρτίες του κόσμου», χωρίς, όμως, να κάνει τίποτα περισσότερο από το να βρίσκεται και να συζητάει, να συζητάει και να συνεχίζει να ιδεολογικοποιεί την προοπτική μιας ελεύθερης ζωής!!, ξεχνώντας ή αφήνοντας στην άκρη οι ίδιοι το γεγονός πως η αποκαλούμενη ζωή βρίσκεται στα χέρια ενός ισχυρού εχθρού, στον οποίο είναι απαραίτητο να επιτεθόμαστε σε μια μόνιμη βάση και με έναν καταστροφικό τρόπο.

Από μόνες τους αυτές οι λυσσαλέες και δαιμόνιες ιδέες-θεωρίες δεν κάνουν πολλά. Εγώ θεωρώ την προπαγάνδα και την αντιπληροφόρηση ως στοιχεία πολύ σημαντικά, όχι, όμως, όταν υπάρχουν αποκλειστικά για την παρακίνηση των μαζών, ειδικά εάν αυτή η «παρακίνηση» φέρει εμμέσως την αναμονή για την «κατάλληλη στιγμή» της έναρξης της επίθεσης, όπως όταν κάποιοι περιμένουν τον μεσσία και με βάση αυτήν την αναμονή, αφιερώνουν τους εαυτούς τους στον προσηλυτισμό, προκειμένου να διογκωθούν οι τάξεις τους και πέφτουν σε θέσεις, που αφορούν την ποσότητα.

Ως εκ τούτου, παρόλο που δε συμφωνούν με αυτούς, οι οποίοι αποφασίζουν να περάσουν έμπρακτα στην άμεση δράση, χωρίς να περιμένουν τη μεσολάβηση κράτους και κεφαλαίου, επιλέγουν να κινηθούν μη επιδεικνύοντας αλληλεγγύη, για να αποσιωπήσουν τους αγώνες τους και τις συνέπειες, έχοντας μια συμπεριφορά ότι «τίποτα δε συμβαίνει εδώ» και συνεχίζοντας τις συζητήσεις και τους λαϊκίστικους δογματισμούς τους – όπως ο βοσκός που μαζεύει τα πρόβατα στο κοπάδι.

Πιστεύω πως με τη βοήθεια μέσων, όπως οι πορείες, οι συναντήσεις και οι συζητήσεις περί αναρχισμού, τα μεγάλα και πομπώδη συνέδρια-ρεσιτάλ ελευθερίας -από μόνα τους-, δεν πρόκειται να αλλάξουν και πολύ περισσότερο να καταστρέψουν τον εχθρό, που ισχυρίζονται πως πολεμούν.

Ολοκληρώνοντας αυτό το γραπτό, είναι αλήθεια πως αυτά είναι ένα κάρο πράγματα που έχω ξαναπεί, είναι, όμως, και πράγματα, τα οποία έχω ζήσει και πάνω στα οποία έχω σκεφτεί πολύ και τα αφήνω στην κριτική και τη συζήτηση όποιου θέλει.

Τέλος, δε θέλω να χάσω την ευκαιρία να στείλω μια ζεστή και φιλική αγκαλιά, αλλά και όλη την αλληλεγγύη μου, στους συντρόφους: Νίκο Μαζιώτη, που βρίσκεται στις ελληνικές φυλακές και στην Πόλα Ρούπα, που βρίσκεται στην παρανομία, στη Mónica Caballero και τον Francisco Solar στην Ισπανία, τη Felicity Ryder, που βρίσκεται στην παρανομία, τους Freddy, Juan και Marcelo στη Χιλή, δύναμη στη συντρόφισσα Tamara Sol, στον Mario “Tripa”, που βρίσκεται στην παρανομία, στους Gianluca Iacovacci και Adriano Antonacci στην Ιταλία, στον Gabriel Pombo da Silva και στο Μεξικό στους Mario González, Abraham, Fernando, Fallon και Amelie.

Σε όλους αυτούς, αλλά και σε όλους όσους δε γνωρίζω, την αγάπη, την οργή και την αλληλεγγύη μου.

Πάντα αμείωτος και άκαμπτος, γιατί ο αγώνας δεν είναι για να κερδίσουμε προνόμια, ούτε ένα άνετο μέλλον, αλλά είναι μια προυπόθεση-πράξη, που επιδιώκει να καταστρέψει κάθε μορφή κυριαρχίας. Για να μπορέσουμε, τελικά, να σηκωθούμε από τα ερείπια και μετά να είμαστε ελεύθεροι.

Carlos López “Chivo”
Eastern Penitentiary, México D.F.

Μετάφραση: Inter Arma
Πηγή: War on society

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου